Nέα ζωή σε Μόναχο και Στουτγκάρδη





Στην παιδική χαρά του Giesing, ενός προαστίου του Μονάχου, συνόδευσε πριν από λίγες ημέρες τον 4χρονο γιο του ο Ανδρέας, ένας από τους 123.000 Ελληνες που έχουν μεταναστεύσει στη Γερμανία. «Πριν από 35 χρόνια, αυτό το μέρος ήταν ο παράδεισός μου», διηγείται συγκινημένος ο 38χρονος πατέρας, που το νήμα της ζωής τον οδήγησε εκ νέου στη Γερμανία. «Οσοι έμαθαν την απόφασή μας έμειναν άφωνοι». Δημόσιος υπάλληλος ο ίδιος με σύζυγο εργαζόμενη στον ιδιωτικό τομέα και τρία μικρά παιδιά – το μεγαλύτερο μόλις τεσσάρων χρόνων, είχαν μεν πληγεί από την κρίση, «αλλά ακόμα αντέχαμε οικονομικά». Ο λόγος που ώθησε το νεαρό ζευγάρι στην απόφαση της μετανάστευσης ήταν τα ίδια τους τα παιδιά. «Θα ήταν εγωιστικό να παραμείνουμε στην Ελλάδα έτσι όπως διαμορφώνεται πλέον η ζωή», δηλώνει με έμφαση ο Ανδρέας· «δεν διανοίγεται καμία προοπτική για τις επόμενες γενιές». Οπως υπολογίζει ο ίδιος, «σε λίγα χρόνια θα χρειαζόμασταν περί τα 1.000 ευρώ για φροντιστήρια των παιδιών».

Γνώστης της γλώσσας και εξοικειωμένος με τη βαυαρική πόλη, ο Ανδρέας αιτείται άδειας άνευ αποδοχών από την υπηρεσία του και ξεκινά μέσω Διαδικτύου την αναζήτηση εργασίας στη Γερμανία. «Είχα προηγουμένως επισκεφθεί το Μόναχο, δηλώθηκα εκεί δίνοντας τη διεύθυνση κάποιων οικογενειακών φίλων και εν συνεχεία εγγράφηκα στον αντίστοιχο γερμανικό ΟΑΕΔ», περιγράφει. «Μου χορήγησαν ηλεκτρονικούς κωδικούς και παρακολουθούσα από την Ελλάδα τις αιτήσεις για δουλειά που αναρτούσαν οι εργοδότες».





Ο Ανδρέας, αν και η επαγγελματική του ιδιότητα είναι άλλη, άρχισε πριν από ενάμιση μήνα να εργάζεται ως οδηγός λεωφορείου. «Ο καθαρός μισθός μου είναι 1.800 ευρώ, αλλά εφόσον περάσω το δοκιμαστικό στάδιο, θα λάβω μια γενναία αύξηση, ενώ με τη μόνιμη εγκατάσταση των παιδιών θα δικαιούμαι και το ανάλογο επίδομα». Ουσιαστικά, αυτό που του λείπει είναι η οικογένειά του, που βρίσκεται ακόμα στην Αθήνα. «Αν όλα πάνε βάσει σχεδίου, το καλοκαίρι θα με ακολουθήσουν», εξηγεί. «Η 15νθήμερη δοκιμαστική επίσκεψη των παιδιών πάντως στο Μόναχο πήγε θαυμάσια».

Στη Στουτγκάρδη «προσγειώθηκε» από την ηλιόλουστη Κρήτη έτερη 5μελής οικογένεια. «Δεν ήταν τόσο το οικονομικό», επισημαίνει ο 45χρονος οικογενειάρχης Λευτέρης· «με το ξέσπασμα της κρίσης άλλαξε η ζωή και δεν ήμασταν διατεθειμένοι να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας σε μια τέτοια ατμόσφαιρα». Τα ταχύρρυθμα μαθήματα γερμανικών που είχε παρακολουθήσει το ζευγάρι στα φοιτητικά του χρόνια αποδείχθηκαν τώρα σωτήρια. Η εκπαιδευτικός μητέρα ζήτησε απόσπαση, η οποία εγκρίθηκε για έναν χρόνο, ενώ ο οικονομολόγος πατέρας βρήκε δουλειά στον ιδιωτικό τομέα.

Ασφαλιστικές παροχές

«Τα παιδιά μας, που είναι μαθητές Γυμνασίου, δεν ξέρουν καθόλου γερμανικά, γι’ αυτό ξεκίνησαν πριν από λίγες μέρες το σχολείο σε τμήμα υποδοχής αλλοδαπών μαθητών». Η μετάβαση στην ξένη χώρα συνεπάγεται φυσικά πληθώρα δυσκολιών, αλλά ο Λευτέρης νιώθει «στα νερά του». «Εδώ μπορώ να προσφέρω στα παιδιά μου».

«Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, έπρεπε να πληρώνω 60 ευρώ τον μήνα για κολυμβητήριο της κόρης μου, με συνέπεια να το σταματήσουμε. Εδώ η ετήσια συνδρομή είναι 150 ευρώ», αναφέρει. Αντίστοιχα, δηλώνει ικανοποιημένος από τις ασφαλιστικές παροχές. «Στην Ελλάδα πλήρωσα σχεδόν 3.000 ευρώ για τα σιδεράκια της μιας μου κόρης, εδώ αυτό καλύπτεται από τον ασφαλιστικό μου φορέα». Ο ίδιος αναρωτιέται, εύλογα, πώς μπορεί το κόστος πολλών προϊόντων και υπηρεσιών να είναι τόσο πολύ χαμηλότερο σε μια ακριβότερη χώρα. «Ενα λίτρο γάλα εδώ κοστίζει μόνο 56 λεπτά». Ο Λευτέρης σχεδιάζει να στεριώσει με την οικογένειά του στη Γερμανία.

Αύξηση 11% σε ένα χρόνο

Ο Ανδρέας και ο Λευτέρης είναι δύο από τους πολλούς νέους μετανάστες στη Γερμανία. Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Εργασίας, μέσα σε έναν χρόνο οι Ελληνες μετανάστες αυξήθηκαν κατά 11%. «Στην εποχή των γονιών μου οι Γερμανοί αναζητούσαν τον υγιή Ελληνα, σήμερα θέλουν τον μορφωμένο Ελληνα». σχολιάζει ο Ανδρέας· «ο Gastarbeiter έχει πια πεθάνει».

Οι δύο οικογενειάρχες νιώθουν κατά δήλωσή τους «τυχεροί» καθώς η αναζήτηση εργασίας είχε σύντομο και αίσιο τέλος. «Γνωρίζω άλλους που έχουν μετακομίσει νωρίτερα από μένα, χωρίς, όμως, να έχουν βρει δουλειά. Συμβουλεύω τους ενδιαφερόμενους: χωρίς λέξη γερμανικά ή μια συγκεκριμένη ειδίκευση, καλύτερα να μην έρθετε εδώ, γιατί θα καταλήξετε να τρώτε από τα “έτοιμα”, εφόσον βέβαια υπάρχουν».


Ο μεγαλύτερος σκόπελος για τους «νεομετανάστες» είναι η ενοικίαση σπιτιού, που προϋποθέτει ένα υπογεγραμμένο συμβόλαιο εργασίας ανά χείρας, αλλά και τη... φυσιογνωμία του «καλού παιδιού». «Οι σπιτονοικοκύρηδες είναι κουμπωμένοι», επισημαίνει ο Λευτέρης· «καταβάλλουμε τη διπλάσια προσπάθεια ως Ελληνες για να τους πείσουμε».

Ωστόσο, είναι ικανοποιημένοι από την καθημερινή συναναστροφή με Γερμανούς. «Κάποιες φορές έχω την αίσθηση ότι είναι ευγενικοί μαζί μου επειδή έτσι πρέπει και όχι επειδή το νιώθουν», ομολογεί ο Λευτέρης, «αλλά όταν είσαι μέσα στο λεωφορείο με δύο πιτσιρίκια και ένα βρέφος να κλαίει στο καρότσι και κάποιος σου προσφέρει τη θέση του, σε ενδιαφέρουν ελάχιστα τα κίνητρά του».

Της Ιωαννας Φωτιαδη - ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ