Πλεονέκτημα για τη Βρετανία η προσέλκυση μεταναστών
Ένα από τα βασικά οικονομικά πλεονεκτήματα του Ηνωμένου Βασιλείου είναι η επιτυχία του στην προσέλκυση ειδικευμένων μεταναστών. Ειδικότερα, η ικανότητα του Λονδίνου να παράγει τον πλούτο από τον οποίον η Βρετανία εξαρτάται για τη χρηματοδότηση των δημόσιων υπηρεσιών της είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το ότι η πόλη είναι ανοιχτή σε ιδέες, κεφάλαια και μετανάστες. Αλλά η συζήτηση της Βρετανίας για τη μετανάστευση σχετίζεται πλέον με το πώς να δυσκολέψει τους νεοφερμένους, αντί για το πώς να κάνει τη χώρα πιο ελκυστική γι αυτούς. Σε μεγάλο βαθμό, αυτό υποκινείται από τις ανησυχίες και τους φόβους των ψηφοφόρων των ημιαστικών και αγροτικών περιοχών, ιδιαίτερα των πιο μεγάλων σε ηλικία. Η ετοιμότητα των πολιτικών από όλο το μήκος του πολιτικού φάσματος να υποκύψουν σε αυτούς τους φόβους βλάπτει την οικονομία, τρέφει τον ευρωσκεπτικισμό και μαζί με αυτόν, τις πιθανότητες εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ.
Η κυβέρνηση θέλει να μειώσει την καθαρή μετανάστευση σε λιγότερο από 100.000 άτομα το χρόνο. Για το σκοπό αυτό έχει καταστήσει πιο αυστηρό το καθεστώς για τις θεωρήσεις για σπουδαστές και για τη μετανάστευση εξειδικευμένων ατόμων στο Ηνωμένο Βασίλειο από χώρες εκτός της ΕΕ (οι εκτός ΕΕ χώρες αντιπροσωπεύουν τα δύο τρίτα της καθαρής μετανάστευσης: η ΕΕ το υπόλοιπο). Η κυβέρνηση μπορεί να κάνει ελάχιστα για τους μετανάστες από την ΕΕ, γεγονός που εξηγεί την ολοένα και πιο υστερική εκστρατεία μείωσης της πρόσβασής τους σε παροχές. Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η κλίμακα της μετανάστευσης ζημιώνει τις προοπτικές απασχόλησης των χαμηλής ειδίκευσης Βρετανών εργαζομένων (κατά το τελευταίο έτος πάνω από το ήμισυ των νέων θέσεων εργασίας πήγε στους μετανάστες και η ανεργία των νέων βρίσκεται σε επίπεδα ρεκόρ, καθώς παίρνουν βρετανικές θέσεις εργασίας), φορτώνει ένα επιπλέον βάρος στην ήδη πνιγμένη Εθνική Υπηρεσία Υγείας (NHS) και το εκπαιδευτικό σύστημα και οδηγεί σε κατάχρηση του συστήματος πρόνοιας της χώρας.
Οι ισχυρισμοί αυτοί είναι είτε λανθασμένοι, είτε παραπλανητικοί. Τα επίπεδα καθαρής μετανάστευσης στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν είναι ιδιαίτερα υψηλά. Είναι βέβαιο ότι αυξήθηκαν μετά το άνοιγμα της αγοράς εργασίας του Ηνωμένου Βασιλείου στα νέα μέλη της ΕΕ από την Ανατολική Ευρώπη το 2004. Κατά τη διάρκεια των οκτώ χρόνων έως το 2011 η καθαρή μετανάστευση ήταν κατά μέσο όρο 214.000 άτομα το χρόνο, προτού υποχωρήσει σε 165.000 άτομα το 2012. Στο πλαίσιο μιας χώρας τόσο πολυπληθούς όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, αυτή είναι μια σχετικά μέτρια εισροή, που προσθέτει περίπου 0,3% στο σύνολο του πληθυσμού κάθε χρόνο. Και δεν είναι ιδιαίτερα υψηλή σε ευρωπαϊκό πλαίσιο: τα τελευταία δέκα χρόνια, η καθαρή μετανάστευση στη Βρετανία ήταν υψηλότερη από τη Γαλλία και τη Γερμανία, αλλά χαμηλότερη από ό,τι στην Ιταλία ή την Ισπανία. Η συζήτηση της «μαζικής μετανάστευσης» είναι εντελώς εκτός θέματος.
Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι επίσης πολύ καλό στο να προσελκύει ειδικευμένους μετανάστες: σχεδόν το 40% της πρώτης γενιάς μεταναστών έχουν πτυχίο πανεπιστημίου. Τα συγκρίσιμα στοιχεία για τη Γαλλία και τη Γερμανία είναι στο μισό από αυτό το ποσοστό και δείχνουν ακόμη χαμηλότερα για την Ισπανία και την Ιταλία. Πράγματι, το νότιο-ανατολικό μέρος της Αγγλίας είναι η περιοχή της μεγαλύτερης συγκέντρωσης αλλοδαπών επαγγελματιών στη γη. Οι λόγοι αυτής της επιτυχίας εκτείνονται από την Αγγλική γλώσσα, στην μεγαλύτερη ετοιμότητα των εργοδοτών του Ηνωμένου Βασιλείου να αναγνωρίσουν τα ξένα προσόντα. Πολλοί άλλοι μετανάστες πρώτης γενιάς έχουν επαγγελματικά προσόντα σε δεξιότητες όπως η οικοδομή, επάγγελμα που είναι δυσεύρετο στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ακόμη κι εκείνοι που είναι ανειδίκευτοι πιθανότατα δεν παραγκωνίζουν πολλούς ντόπιους εργαζόμενους: αυτές οι θέσεις εργασίας τείνουν να δίνουν τον κατώτατο μισθό ή κάτι παραπλήσιο, αν οι εργοδότες προσλαμβάνουν μετανάστες, των οποίων τα αγγλικά μερικές φορές είναι σπαστά και που συχνά εγκαταλείπουν τη θέση γρήγορα, θα πρέπει να είναι εν μέρει επειδή οι ντόπιοι είναι απρόθυμοι να αναλάβουν αυτές τις θέσεις εργασίας.
Οι μετανάστες πρώτης γενιάς τείνουν να ζουν στις πιο δυναμικές οικονομικά περιοχές του Ηνωμένου Βασιλείου. Αυτό είναι αναπόφευκτο, οι μετανάστες πηγαίνουν εκεί όπου βρίσκονται η εργασία και οι ευκαιρίες. Αλλά αυτές οι περιοχές είναι επίσης πλούσιες και δυναμικές λόγω του ότι είναι ανοιχτές. Σε αντίθεση με τον δημοφιλή μύθο, οι περιοχές με τη μεγαλύτερη μετανάστευση δεν είναι αυτές με τη μεγαλύτερη εχθρότητα προς τη μετανάστευση. Το Λονδίνο, για παράδειγμα, είναι η πιο ανεκτική περιοχή του Ηνωμένου Βασιλείου. Οι περιοχές όπου υπάρχει η μεγαλύτερη εχθρότητα προς τους μετανάστες τείνουν να είναι εκείνες στις οποίες υπάρχουν λιγότεροι μετανάστες, ή εκεί όπου φαίνονται έντονα οι πολιτιστικές και θρησκευτικές διαφορές, όπως και σε ορισμένες πόλεις της Βόρειας Αγγλίας.
Το γεγονός πως είναι ανοιχτή πόλη εξηγεί κατά μεγάλο μέρος την αναγέννηση του Λονδίνου και την ανάδειξη ως τη μόνη κοσμόπολη στην Ευρώπη. Είναι ίσως το πιο πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο της οικονομίας του Ηνωμένου Βασιλείου. Τα τεράστια ποσά φορολογικών εσόδων αναδιανέμονται από το Λονδίνο στην υπόλοιπη χώρα. Σύμφωνα με το Κέντρο Οικονομικών Ερευνών και Επιχειρήσεων, 1 στις 5 λίρες που κερδίσει το Λονδίνο, πηγαίνει στην επιδότηση άλλων περιοχών του Ηνωμένου Βασιλείου. Χωρίς αυτή την αναδιανομή (και μια μικρότερη, αλλά που εξακολουθεί να είναι πολύ μεγάλη από την υπόλοιπη νοτιοανατολική Αγγλία), οι δυσοίωνες οικονομικές προοπτικές πολλών κατοίκων της Βρετανίας θα ήταν ακόμη πιο ζοφερές. Φυσικά το Λονδίνο θα πρέπει να υποστηρίζει το υπόλοιπο του Ηνωμένου Βασιλείου. Είναι σίγουρα η πλουσιότερη περιφέρεια της χώρας. Ωστόσο, η βρετανική κυβέρνηση θα πρέπει να αντισταθεί στις λαϊκές πιέσεις για ελέγχους που θα διαβρώσουν την ικανότητα του Λονδίνου να παράγει αυτόν τον πλούτο.
Οι Βρετανοί πολιτικοί πρέπει να σκεφτούν ποιές πολιτικές είναι απαραίτητες για να βοηθήσουν το Λονδίνο και τα περίχωρά του να αξιοποιήσουν τη μοναδική θέση που βρίσκεται. Πρώτον, θα πρέπει να αντιστρέψουν το όριο στις φοιτητικές βίζες. Αυτό το κακώς μελετημένο βήμα έχει καταστρέψει ήδη τα βρετανικά πανεπιστήμια, μία από τις πιο επιτυχημένες βιομηχανίες εξαγωγής της χώρας, κάνοντας πιο δύσκολο για τους ανθρώπους το να σπουδάσουν στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο αριθμός των ξένων φοιτητών στη Βρετανία είναι μια αξιοζήλευτη πηγή ήπιας δύναμης (πολλοί είτε παραμένουν εκεί ή διατηρούν μακροπρόθεσμους δεσμούς με τη χώρα) κι εσόδων από τις εξαγωγές. Ενώ άλλες ευρωπαϊκές χώρες προσπαθούν επειγόντως να προσελκύσουν περισσότερους ξένους φοιτητές, η Βρετανία σκέφτεται τρόπους να τους αποτρέψει.
Δεύτερον, η κυβέρνηση θα πρέπει να άρει ή να καταργήσει τα ανώτατα όρια που τοποθετούνται σε ειδικευμένους μετανάστες που δε προέρχονται από την ΕΕ. Δεδομένου του ολοένα και πιο έντονου παγκόσμιου ανταγωνισμού για τέτοιου είδους εργαζομένους, ο περιορισμός του αριθμού στον οποίο επιτρέπεται η είσοδος στη χώρα είναι αυτοκαταστροφικός.
Τρίτον, η κυβέρνηση θα πρέπει να σταματήσει το στιγματισμό των μεταναστών της ΕΕ. Δεν υπάρχει καμία απόδειξη ύπαρξης του τουρισμού οφέλους και του τουρισμού υγείας. Αν μη τι άλλο, συμβαίνει το αντίθετο. Οι μετανάστες της ΕΕ στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι κατά μέσο όρο πολύ νεότεροι από αυτούς της Βρετανίας που ζουν σε άλλα μέρη της ΕΕ και πιο πιθανό να εργαστούν από το γηγενή πληθυσμό. Αν υπάρχει μια χώρα στην ΕΕ που να έχει πραγματικό λόγο να απεχθάνεται τον τουρισμό υγείας, είναι η Ισπανία, η οποία πρέπει να αντιμετωπίσει μεγάλους αριθμούς ηλικιωμένων Βρετανών.
Τέταρτον, θα πρέπει να ανοίξει το δρόμο για περισσότερες κατασκευές. Το μεγάλο κόστος της ιδιοκτησίας είναι πλέον μια σοβαρή απειλή για την ευημερία του Λονδίνου και γενικότερα της νότιας Αγγλίας. Εάν δεν ληφθούν μέτρα, θα είναι ολοένα και δυσκολότερο οι επιχειρήσεις να δελεάσουν τους ανθρώπους να εργαστούν εκεί. Θα είναι, με τη σειρά του, αδύνατο να οικοδομηθούν αυτά τα σπίτια, εκτός εάν οι εργολάβοι μπορούν να βασιστούν στην εισαγόμενη εργασία. Η Βρετανία έχει μια έντονη έλλειψη ειδικευμένων εργαζομένων στις κατασκευές και υπάρχουν ελάχιστες ενδείξεις ότι οι άνεργοι σε άλλα μέρη της χώρας έχουν την όποια επιθυμία να κάνουν αυτού του είδους την εργασία στο Λονδίνο. Υπάρχει λόγος για τον οποίο τα εργοτάξια του Λονδίνου είναι γεμάτα από Πολωνούς και όχι καταγόμενους από το Λίβερπουλ.
Πώς θα έπρεπε η κυβέρνηση να αντιμετωπίσει το αυξανόμενο αντι-μεταναστευτικό συναίσθημα που απειλεί την οικονομική ζωντάνια του Ηνωμένου Βασιλείου, ακόμα και την παραμονή του στην ΕΕ; Μπορεί να κάνει λίγα πράγματα για την άγνοια, εκτός από το να σταματήσει να την νομιμοποιεί και να την ενισχύει. Αντί να μετατρέπει τους μετανάστες στους αποδιοπομπαίους τράγους που χρειάζεται η Βρετανία, η κυβέρνηση θα πρέπει να επικεντρωθεί στην αντιμετώπιση της υποκείμενης αιτίας της λαϊκής απογοήτευσης: την οξεία έλλειψη προσιτής στέγης, ακόμη και σε πολλές οικονομικά υποβαθμισμένες περιοχές της χώρας, την έλλειψη επαγγελματικής κατάρτισης για εκείνους που δεν πάνε στο πανεπιστήμιο και την υπερβολική επιβάρυνση των δημόσιων υπηρεσιών. Αν υπάρχει έλλειψη δημοτικών σχολείων στο Λονδίνο, η απάντηση είναι η οικοδόμηση περισσοτέρων δημοτικών σχολείων. Οι περισσότερες χώρες στην Ευρώπη θα έκαναν τα πάντα γι αυτού του είδους το πρόβλημα: με τους πληθυσμούς να γερνούν γρήγορα, οι ευρωπαϊκές χώρες (συμπεριλαμβανομένης της Μεγάλης Βρετανίας), χρειάζονται όλους τους νέους που μπορούν να βρουν. Αν οι ικανότητες του NHS είναι περιορισμένες στο Λονδίνο, να τις επεκτείνουν. Εν τέλει, οι μετανάστες πληρώνουν φόρο. Μάλιστα, ο ΟΟΣΑ υπολογίζει ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο πληρώνουν περισσότερα στο δημόσιο από ό,τι παίρνουν από αυτό.
Οι Βρετανοί, ιδίως εκείνοι που ζουν έξω από το Λονδίνο, θα γίνουν ακόμα πιο φτωχοί αν οι πολιτικοί αποτύχουν να αμφισβητήσουν την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι η μετανάστευση είναι βάρος και όχι ευλογία.
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: http://www.cer.org.uk/insights/dont-let-englands-poujadists-kill-londons-golden-goose
Του Simon Tilford
πηγή από capital.gr