Κι έφτασαν μετανάστες στη Γερμανία για μία καλύτερη ζωή





Κάποτε έφτασαν νέοι μετανάστες στη Γερμανία για μία καλύτερη ζωή. Σήμερα, ηλικιωμένοι πια, ζουν με πενιχρές συντάξεις και ελλιπή κοινωνική ασφάλιση. Ένας σύλλογος στο Ντόρτμουντ αναλαμβάνει δράση.

Ο Χαντί Καμισλί, η Σοφία Ολτσέφσκα και ο Κοζάν Ισμέντ ήρθαν πριν από δεκαετίες στη Γερμανία για να δουλέψουν στη βαριά βιομηχανία. Άνθρωποι των πρώτων μεταπολεμικών γενεών, «γκασταρμπάιτερ», χωρίς μόρφωση, με μόνο στήριγμα το όνειρο ενός καλύτερου μέλλοντος. Τα γεράματα όμως στη Γερμανία δεν είναι τελικά τόσο εύκολα όσο θα περίμενε κανείς σε μία χώρα-πρότυπο κοινωνικού κράτους. Χαμηλές συντάξεις και κοινωνικά επιδόματα, ιατρική ασφάλιση που συχνά δεν επαρκεί. Η μοναξιά και συχνά η κοινωνική αποξένωση από τους Γερμανούς, είναι δύο επιπλέον στοιχεία που κάνουν την τρίτη ηλικία βαρύ φορτίο.

Ένα σωματείο στο Ντόρτμουντ, ο «Σύλλογος διεθνούς φιλίας» (ViF), διοργανώνει τακτικά συναντήσεις μεταναστών τρίτης ηλικίας με στόχο να τους φέρει σε επαφή, να μιλήσουν για τα προβλήματά τους αλλά και να αναζητήσουν από κοινού λύσεις. Όπως όλοι λένε, εκεί νιώθουν ότι ανήκουν σε μία μεγάλη κοινότητα.

Ο Κούρδος Κοζάν Ισμέντ ανήκει στα ιδρυτικά μέλη του σωματείου. Σε νεαρή ηλικία έφτασε στη Γερμανία όπου ξεκίνησε να δουλεύει ως εργάτης σε εργοστάσιο μεταλλουργίας έξω από το Ντόρτμουντ. Σήμερα ζει σχετικά καλά από μία μικρή γερμανική σύνταξη χάρη στα ένσημα που είχε μαζέψει. Δεν έχουν όμως την τύχη για άνετα γηρατειά όλοι. Αρκετοί είναι οι συμπατριώτες του που δεν καταφέρνουν να αντεπεξέλθουν αξιοπρεπώς στις καθημερινές τους ανάγκες. Και πολλοί περισσότεροι αυτοί που επιθυμούν να επιστρέψουν πίσω στην πατρίδα τους, όπου το κόστος ζωής είναι χαμηλότερο.
Κάπως έτσι περιγράφει την κατάσταση και η Σοφία Ολτσέφσκα από το Τσέρνομπιλ της Ουκρανίας. Μετά το πυρηνικό ατύχημα στην πόλη της αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στη Γερμανία. Στην Ουκρανία ήταν φυσικοθεραπεύτρια, όμως δεν κατάφερε να απορροφηθεί στον ίδιο επαγγελματικό χώρο και στη Γερμανία. Στο μεταξύ απέκτησε τη γερμανική υπηκοότητα και ζει από ένα κοινωνικό επίδομα που της εξασφαλίζει τα απολύτως απαραίτητα. Για τη Σοφία το σωματείο στο Ντόρτμουντ αποτέλεσε διέξοδο για κοινωνικοποίηση και ανταλλαγή σκέψεων και συναισθημάτων.

Ο Χαντί Καμισλί είναι 33 ετών, παιδί Τούρκων μεταναστών. Ανήκει στη «δεύτερη γενιά μεταναστών», όπως συνηθίζεται να λέγεται. «Οι γονείς μου εκείνη την εποχή είχαν άλλες προτεραιότητες. Δεν είχαν στο μυαλό τους τη σύνταξη που κάποτε θα έπαιρναν. Στήριζαν εμάς αλλά και τους παππούδες πίσω στην Τουρκία». Τώρα έχουν έρθει στην θέση τους και έχουν επιστρέψει. Η συμβουλή τους προς τη νέα γενιά είναι να μεριμνήσει για τις δικές της συντάξεις και τα δικά της γηρατειά.




 

Τα πράγματα είναι ρευστά και στα ζητήματα εργασιακής απασχόλησης και κοινωνικής ασφάλισης. Οι ανισότητες που ισχύουν στην εργασιακή πρακτική μεταφέρονται στη συνέχεια και στο πεδίο των συντάξεων. Η σύνταξη συχνά είναι κάτω από το μισό του μισθού, κάτι που σήμερα δεν αρκεί για να διασφαλίσει την ηρεμία και ασφάλεια που απαιτούν οι ανάγκες της τρίτης ηλικίας. Πολλοί μετανάστες στη Γερμανία προσφεύγουν ολοένα συχνότερα σε συμβούλους συντάξεων και ασφαλίσεων, άλλοι επενδύουν σε ακίνητα ή μεριμνούν για ένα καλό τραπεζικό απόθεμα.

Ο σύλλογος ViF δεν στέκεται παθητικά απέναντι στους προβληματισμούς των μελών του. Ενημερώνει, βοηθά και λαμβάνει δημιουργικές πρωτοβουλίες όπως η δια βίου εκπαίδευση των μελών μέσα από ενδιαφέροντα προγράμματα. Μαθήματα πληροφορικής και χρήσης του διαδικτύου, συζητήσεις με ειδικούς, ενημέρωση για θέματα υγείας, ερωτήσεις σε γιατρούς.
Υπολογίζεται ότι περί το 2020 ο αριθμός των μεταναστών συνταξιούχων στη Γερμανία θα ανέρχεται σε δύο εκατομμύρια.

Πηγή: Deutsche Welle