19 εκατομμύρια παιδιά πεθαίνουν τον χρόνο επειδή δεν εμβολιάζονται
Τα νούμερα είναι συγκλονιστικά. Κάθε χρόνο σε ολόκληρη τη γη, αλλά κυρίως στις χώρες του τρίτου κόσμου, 19.000.000 παιδάκια, χάνουν την ζωή τους επειδή δεν μπορούν να εμβολιαστούν. Η ιλαρά, η μηνιγγίτιδα, η διφθερίτιδα, ο κοκίτης, ο κίτρινος πυρετός, είναι μερικές από τις ασθένειες που θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν εάν τα παιδιά εμβολιάζονταν και θα μπορούσαν να σωθούν ζωές.
Την ίδια στιγμή κινδυνεύει με αποτυχία ένα νέο, δεκαετές πλάνο δράσης πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων για τους εμβολιασμούς σε παγκόσμιο επίπεδο, αν δεν αντιμετωπιστούν άμεσα οι αδυναμίες των προγραμμάτων τακτικών εμβολιασμών.
Έχει καταρτιστεί ένα "Παγκόσμιο Σχέδιο Δράσης για τα Εμβόλια" που έχει ως στόχο να εφαρμόσει το πρόγραμμα "Δεκαετία των Εμβολίων" και το οποίο συζητήθηκε από τους Υπουργούς Υγείας που συνήλθαν την προηγούμενη εβδομάδα στη Γενεύη για την 65η Παγκόσμια Διάσκεψη Υγείας. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα εξέφρασαν την ικανοποίησή τους για την έμφαση που δόθηκε στο θέμα των εμβολίων με αφορμή το πρόγραμμα "Δεκαετία των Εμβολίων" αλλά και την ανησυχία ότι ορισμένες βασικές προκλήσεις έχουν «αποσιωπηθεί».
«Το Παγκόσμιο Σχέδιο Δράσης για τα Εμβόλια» λειτουργεί με την προϋπόθεση ότι βασικά προγράμματα εμβολιασμού προχωράνε καλά, και ότι αυτό δεν είναι κάτι που ισχύει μόνο σε πολλά μόνο μέρη όπου εργαζόμαστε», δήλωσε η Estrella Lasry των Γιατρών Χωρίς Σύνορα. «Το να επικεντρωνόμαστε σε νεώτερα εμβόλια χωρίς να ενισχύουμε τα συστήματα εμβολιασμού που ήδη υπάρχουν, δεν είναι μια στρατηγική που θα αποβεί προς όφελος των περισσότερων παιδιών: δεν μπορούμε απλώς να βγάζουμε συνέχεια νέα εμβόλια και να αποτυγχάνουμε να ανταποκριθούμε στις βασικές ανάγκες".
Τα περισσότερα εμβόλια που είναι σήμερα διαθέσιμα και χορηγούνται σε ενέσιμη μορφή απαιτούν καταρτισμένους επαγγελματίες υγείας, κάτι που μπορεί να είναι δύσκολο σε χώρες με περιορισμένο υγειονομικό προσωπικό. Για να γίνουν όλα τα εμβόλια, πρέπει τα βρέφη και όσοι έχουν αναλάβει τη φροντίδα τους, να προσέλθουν στα κέντρα εμβολιασμού πέντε φορές κατά το πρώτο έτος της ζωής των βρεφών, γεγονός που περιπλέκει την κατάσταση για όσους ζουν μακριά ή δεν μπορούν να καλύψουν το κόστος της μετακίνησης. Και τα περισσότερα εμβόλια πρέπει να διατηρούνται σε χαμηλές θερμοκρασίες, κάτι που είναι πρακτικά δύσκολο σε χώρες με περιορισμένη δυνατότητα ψύξης και ασταθή παροχή ηλεκτρικής ενέργειας. Μέχρι σήμερα έχουν ληφθεί πολύ λίγες πρωτοβουλίες που επενδύουν στην ανάπτυξη καλύτερα προσαρμοσμένων και πιο εύκολων στη χορήγηση εμβολίων. Είναι, μάλιστα, ανησυχητικό το γεγονός ότι αυτό το νέο Σχέδιο Δράσης δεν δίνει μεγάλη έμφαση σε αυτή την ανάγκη.
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα εξακολουθούν να ανταποκρίνονται τακτικά στο ξέσπασμα ασθενειών που προλαμβάνονται με εμβολιασμό, οι οποίες προκαλούνται σε μεγάλο βαθμό από ανεπαρκή προγράμματα τακτικών εμβολιασμών. Το 2010, για παράδειγμα, σημειώθηκαν επιδημίες ιλαράς σε 28 αφρικανικές χώρες, ενώ 100.000 περιστατικά αναφέρθηκαν μόνο στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (DRC) από τον Ιανουάριο μέχρι τον Οκτώβριο του 2011. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα εμβολίασαν 4.000.000 παιδιά κατά της ιλαράς μόνο στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκ! ό. Η βελτίωση της εμβολιαστικής κάλυψης θα απαιτήσει νέους τρόπους προσέγγισης και πιο εύχρηστα προϊόντα κατάλληλα προσαρμοσμένα στα δεδομένα των αναπτυσσόμενων χωρών.
Το 20% των μωρών που γεννιούνται κάθε χρόνο σε όλο τον κόσμο-κατ’ αντιστοιχία τέσσερις φορές ο αριθμός των παιδιών που γεννιούνται ετησίως στην Ευρώπη-δεν κάνουν τα εμβόλια που χρειάζονται για να προστατευτούν από θανατηφόρες ασθένειες. Το ανησυχητικό αυτό ποσοστό που καταγράφεται σε διεθνές επίπεδο, βασίζεται σε συγκεκριμένα χαμηλά ποσοστά κάλυψης σε ορισμένες περιοχές, κράτη και χώρες. Για παράδειγμα, στην ινδική πολιτεία Μπιχάρ το 60% των μωρών δεν έχει εμβολιαστεί πλήρως.
«Για να φτάσουμε σε αυτά τα παιδιά, πρέπει να θέσουμε ως προτεραιότητα τη χρήση πιο εύχρηστων εμβολίων», δήλωσε η Kate Elder, Σύμβουλος σε Θέματα Εμβολιαστικής Πολιτικής της Εκστρατείας των Γιατρών Χωρίς Σύνορα για την πρόσβαση στα Βασικά Φάρμακα. «Υπάρχει επείγουσα ανάγκη να επενδύσουμε στην ανάπτυξη προϊόντων που καθιστούν τη χορήγηση των εμβολίων ευκολότερη. Πρέπει επίσης να αρχίσουμε να συζητάμε πως θα χορηγούμε εμβόλια στα παιδιά των πιο απομακρυσμένων περιοχών».
«Οι χώρες είναι έτοιμες να εγκρίνουν ένα σχέδιο που δεν κάνει πολλά βήματα μπροστά», δήλωσε η Elder. «Οι κυβερνήσεις πρέπει να ενισχύσουν περισσότερο τους τακτικούς εμβολιασμούς και να επιμείνουν στην κατάλληλη προσαρμογή των εμβολίων που θα τα κάνει πιο εύχρηστα».
Κι ενώ είναι ζωτικής σημασίας η εκ νέου έμφαση που δίνεται στα εμβόλια, είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι κάποιες χώρες έχουν σημειώσει μικρή πρόοδο στον αριθμό των παιδιών που εμβολιάζονται τα τελευταία δέκα χρόνια. Έξι από τις δέκα χώρες που το 2006 βρέθηκαν να έχουν ένα δυσανάλογο υψηλό αριθμό ανεμβολίαστων παιδιών εμφανίστηκαν και το 2010 στη λίστα με τις δέκα χώρες με τον υψηλότερο αριθμό ανεμβολίαστων παιδιών. Η πρόοδος γίνεται με πολύ αργούς ρυθμούς ώστε να μπορέσει να μειώσει τον αριθμό των παιδιών που είναι ευάλωτα σε ασθένειες οι οποίες μπορούν να προληφθούν με εμβολιασμό.
Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, η Νιγηρία, η Αιθιοπία, η Ινδονησία, και το Πακιστάν, είναι οι χώρες στις οποίες το πρόβλημα εμβολιασμού των παιδιών έχει πάρει τρομακτικές διαστάσεις.